Έργα μικρών και μεγάλων διαστάσεων με υλικό το ξύλο και την καύση του, το ακρυλικό και το βουλοκέρι, με θέμα το χώρο, τις μικρές ανθρώπινες μορφές που λειτουργούν σαν ομάδα ή μάζα, το άχρονο αλλά και την υποδήλωση του ιστορικού, το συμβολισμό μέσα από το σπίρτο και το καρφί, την αντοχή και την αδυναμία, την ενοχή και την άρνηση, το οικείο και το ξένο, το άσπρο και το μαύρο… «Προεκτείνοντας τον εικαστικό προβληματισμό του και εμβαθύνοντας στην εκφραστική γλώσσα του, ο Βασίλης Παπαγεωργίου (1968) με τα έργα της έκθεσής του αυτής δείχνει να προβληματίζεται για την έννοια του φωτός και των πολλαπλών συμβολισμών του. »Εδώ ο χώρος, όταν αναπτύσσεται στις δύο διαστάσεις, μετατρέπεται σε πεδίο δοκιμασίας των δραματικών πλέον ορίων μας: το λευκό και το μαύρο όχι σαν υλικά χρώματα αλλά με φλόγιστρο ―περισσότερο σαν απόλυτη καταδίκη της πνευματικής αδράνειας, επιβολή του άδειου, του ήδη αποσυντεθειμένου. Ανθρώπινες μορφές επαναλαμβανόμενες σε κενό περιβάλλον που δεν δηλώνει άλλο από την απόλυτη μόνωση, χωρίς πρόσωπα και ελπίδες, αναφορά και στις σφραγίδες που είχε παλαιότερα εκθέσει ο καλλιτέχνης, βαδίζουν υποταγμένες στο άδηλο, ζοφερό μάλλον πεπρωμένο τους: πιθανόν σημερινοί μετανάστες πρόσφυγες, αποτέλεσμα της τραγικής αδράνειας του θεωρούμενου πολιτισμένου πλανήτη μας. »Η ευχερής μετάβαση που επιχειρεί ο καλλιτέχνης από τις δύο στις τρεις διαστάσεις γίνεται με άξονά του έμμονο το καμένο ξύλο, υπαινιγμό της καταστροφής, τόσο της οικολογικής όσο και της πολιτισμικής, κάποτε με ελάχιστο αιματώδες ερυθρό. Πλέον οι κλίμακες των συνθέσεών του διαφοροποιούνται εύστοχα, από τον μείζονα έως τον ελάσσονα τρόπο με ενδιάμεσους δραστικούς τόνους. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι η λιτότητα των μέσων ανακαλεί τα μαύρα και τα λευκά σουπρεματιστικά τετράγωνα του Kazimir Severinovich Malevich (1878-1935) της δεκαετίας του 1910, ενώ η οφειλή προς τον Francisco José de Goya y Lucientes (1746-1828) αισθητοποιείται με το να εντάσσεται σε ένα από τα έργα ο Κολοσσός του μεγάλου Ισπανού, όπου μπροστά από τον απειλητικό, τρομακτικό γίγαντα κινούνται τυποποιημένοι νάνοι, μεμονωμένες λιλιπούτειες υπάρξεις, γόνιμη αντικατάσταση του πανικόβλητου τρομοκρατημένου καραβανιού των αρχών του 19ου αιώνα. Σε καμία πάντως περίπτωση δεν διακρίνεται εμπρόθετη μίμηση ή ενδεχόμενη αναμέτρηση. Στόχος δεν είναι το ψυχρό σχόλιο, μια κάποια ενδεικτική διατύπωση. Τα έργα προέκυψαν ώριμα, έτσι ώστε το αγγελικό και μαύρο φως της σεφερικής Κίχλης να μη συνιστά αντίθεση, αποβλέποντας σε αλληλοπεριχώρηση. »Πιστεύουμε πως έφτασε ο καιρός για τον συγκεκριμένο καλλιτέχνη να σταθεί άφοβα στον τριδιάστατο ορίζοντα, δεδομένου ότι οι πλαστικές αξίες που προτείνει μπορούν να δικαιωθούν αρκετά πειστικά.» Δημήτρης Παυλόπουλος, Αναπληρωτής Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών
Ο Βασίλης Παπαγεωργίου γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι πτυχιούχος της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών με καθηγητές τον Μάριο Σπηλιόπουλο, Ζαχαρία Αρβανίτη και Άγγελο Αντωνόπουλο. Παρακολούθησε μαθήματα χαρακτικής με τον Άκη Πειρουνίδη, Βίκυ Τσαλαματά και ψηφιδωτό με τη Δάφνη Αγγελίδου. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Έχει παρουσιάσει το έργο του σε ομαδικές και ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα. [Ενημέρωση βιογραφικού στις: 5/4/2016]
Διάρκεια: 23/4/2016 – 14/5/2016